μαγικῆς

μαγικῆς
μαγικός
magical
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • вълшьбьныи — (10) пр. к вълшьба в 1 знач.: Менандръ… множаѥ ѡного [бога] нечьствоваше… ѹчаше же инако не мощи никомѹ же. ни самомѹ ми||ръ створьшимъ анг҃ломъ одолѣти аще не прѣже прѣданою ѿ него волшебною хытростию привестисѩ и въдаѥмымь ѿ него крьщениѥмь… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • вълшьствьныи — (6*) пр. к вълшьство: Менандръ… паче оного [бога] бещьствоваше. себе гл˫а спса… и тѣхъ миротворьца. анг҃лъ большю быти. не пьрвѣѥ прѣданааго ради имъ. вълшьствьнааго искѹшени˫а приведенааго. и поданааго крьщени˫а. симъ съподоблѩющемъсѩ… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • AZAZEL — cuius mentio Levit. c. 16. v. 8. Iuliano Apostatae, Hebraeis, Valentinianis et Magis, daemon est. Unde Iulianus ex hoc loco Mosis conatus probare est, scripsisse hunc ὑπὲρ Α᾿ποτροπαίων, i. e. de Diis Averruncis, a Cyrillo docte refutatus in… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • CEPOTAPHIUM — Graece Κηποτάφιον, h. e. Sepulchrum Hortense, in quo Iannes et Iambres, qui propter Magicae Artis peritiam apud Pharaonern primô locô erant, fuerint conditi, memoratur Palladio in Lausiacis, ubi illud in vasta solitudine Macarius visitâsse… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Περσέας — I Ήρωας της ελληνικής μυθολογίας, γιος της Δανάης και του Δία. Ο παππούς του Ακρίσιος, βασιλιάς του Άργους, στον οποίο ένας χρησμός είχε προείπει το θάνατο από το χέρι του εγγονού του, τον έκλεισε μαζί με τη μητέρα του σε μια λάρνακα και τους… …   Dictionary of Greek

  • αντίφαση — Σχέση ανάμεσα σε δύο καταστάσεις, δύο γεγονότα ή δύο κρίσεις, κατά την οποία αν αληθεύει ότι Α είναι Β, δεν μπορεί συγχρόνως να αληθεύει και ότι Α δεν είναι Β. Η αρχή της α., μαζί με την αρχή της ταυτότητας και την αρχή του αποκλεισμού του τρίτου …   Dictionary of Greek

  • ανταίος — Μυθολογικό πρόσωπο.Γίγαντας, γιος του Ποσειδώνα και της Γαίας. Βασίλευε στη Λιβύη και προκαλούσε όσους ξένους έφταναν στο βασίλειό του να αγωνιστούν μαζί του (η λέξη ανταίος σημαίνει αντίπαλος). Τους νικούσε όμως όλους, επειδή μόλις έβλεπε πως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”